Γράφει ο Καραφέσκος.
Τα τραγελαφικά γεγονότα που προηγήθηκαν του σχηματισμού της μεταβατικής κυβέρνησης, δεν πρέπει να άφησαν πλέον καμία αμφιβολία σε κανέναν εχέφρονα άνθρωπο ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας, έτσι όπως εκφράζεται σήμερα από την κομματική του γεωγραφία, είναι ένα ετοιμόρροπο κτίριο. Σ’ αυτό συμπεριλαμβάνεται και η παραδοσιακή αριστερά, επειδή η πολιτική του «στρίβειν» δεν αποτελεί συμβολή στην επίλυση των προβλημάτων του τόπου.
Όμως θα έλεγε και ο Α. Σαμαράς «οι μάσκες έπεσαν». Όμως για εντελώς διαφορετικούς λόγους απ’ αυτούς που εννοεί ο ίδιος.
Εδώ πλέον έχουμε μία κλασσική περίπτωση ασύμπτωτου βάσης – εποικοδομήματος. Τα βασικά δεδομένα της βάσης – οικονομίας αλλάζουν με βίαιο τρόπο : ο ξεχειλωμένος Δημόσιος Τομέας συρρικνώνεται, οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες χάνουν το οξυγόνο των κρατικών δοσιμάτων, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι από ελάχιστα έως καθόλου ανταγωνιστικές, οι τράπεζες αναγκάζονται να βγάλουν θαλασσοδάνεια – σκελετούς από τα ντουλάπια τους. Έχουν έρθει τα πάνω κάτω. Για να χρησιμοποιήσουμε την παλιά τριτοδιεθνιστική ορολογία «τα καθήκοντα άλλαξαν».
Από την άλλη μεριά έχουμε ένα εποικοδόμημα – πολιτικό σύστημα που θέλει να ζει στον παλιό καλό καιρό. Σχεδόν ουδεμία αντίληψη ότι τα καθήκοντα άλλαξαν. Έτσι είδαμε ότι ενώ γινόταν χαμός, η Ν.Δ. προσπαθούσε απλώς να αποστασιοποιηθεί από «αυτό το κακό που τη βρήκε», ελισσόμενη απλώς να αποφύγει το τρακάρισμα. Ο Σαμαράς τις τελευταίες τρεις ημέρες άλλαξε δέκα θέσεις. Από την άλλη μεριά ο Γ. Παπανδρέου αυτοεκγλωβισμένος στις αδιέξοδες πολιτικές του και στα αντικρουόμενα συμφέροντα της ηγετικής παρέας – ομάδας της κυβέρνησης, αλλού πατούσε και αλλού βρισκότανε. Στο τέλος έφτασε στο ανώτατο στάδιο της ανοησίας: Πρότεινε για πρωθυπουργό τον Φίλιππο Πετσάλνικο. Εδώ οφείλουμε δυστυχώς να μολογήσουμε ότι δεν αποδείχτηκε απλώς η γνωστή πολιτικής ανεπάρκεια του Γ. Παπανδρέου, αλλά και η κραυγαλέα ανεπάρκεια όλων των επίδοξων δελφίνων. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί σε μαύρες σκέψεις για το μέλλον του πυλώνα, μέχρι τώρα, της προοδευτικής παράταξης που ήταν το ΠΑΣΟΚ.
Είναι γνωστό ότι όλοι οι Οργανισμοί (κράτος, επιχειρήσεις, κόμματα κ.λ.π.) όταν υπερβούν ένα κρίσιμο μέγεθος δημιουργούν τη δική τους γραφειοκρατία, η οποία αναπτύσσει τα δικά της συμφέροντα, τα οποία υποστηρίζει σθεναρά σε κάθε περίπτωση. Γι’ αυτό οι επικλήσεις (ειλικρινείς ή όχι, αδιάφορο) των τελευταίων ημερών ότι πρέπει τα κόμματα να θυσιάσουν τα επί μέρους συμφέροντά τους για το «γενικό εθνικό καλό» είναι γκλυκανάλατες κουβέντες. Μόνο οι αδήριτες ανάγκες που υπαγορεύει η σκληρή πραγματικότητα αναγκάζουν σε αλλαγές και προσαρμογές. Οι Οργανισμοί που το αντιλαμβάνονται γρήγορα προσαρμόζονται και σώζονται. Οι άλλοι απλώς εξαφανίζονται. Αυτό που φαίνεται να ενδιαφέρει την ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ είναι πώς να κρατήσει το «μαγαζί». Έτσι, τελικά, θα εξαφανιστεί. Τι να κάνουμε, όπως έλεγε και ο Μάρξ «η συνείδηση έρχεται πάντα τελευταία».
Τα τραγελαφικά γεγονότα που προηγήθηκαν του σχηματισμού της μεταβατικής κυβέρνησης, δεν πρέπει να άφησαν πλέον καμία αμφιβολία σε κανέναν εχέφρονα άνθρωπο ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας, έτσι όπως εκφράζεται σήμερα από την κομματική του γεωγραφία, είναι ένα ετοιμόρροπο κτίριο. Σ’ αυτό συμπεριλαμβάνεται και η παραδοσιακή αριστερά, επειδή η πολιτική του «στρίβειν» δεν αποτελεί συμβολή στην επίλυση των προβλημάτων του τόπου.
Όμως θα έλεγε και ο Α. Σαμαράς «οι μάσκες έπεσαν». Όμως για εντελώς διαφορετικούς λόγους απ’ αυτούς που εννοεί ο ίδιος.
Εδώ πλέον έχουμε μία κλασσική περίπτωση ασύμπτωτου βάσης – εποικοδομήματος. Τα βασικά δεδομένα της βάσης – οικονομίας αλλάζουν με βίαιο τρόπο : ο ξεχειλωμένος Δημόσιος Τομέας συρρικνώνεται, οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες χάνουν το οξυγόνο των κρατικών δοσιμάτων, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι από ελάχιστα έως καθόλου ανταγωνιστικές, οι τράπεζες αναγκάζονται να βγάλουν θαλασσοδάνεια – σκελετούς από τα ντουλάπια τους. Έχουν έρθει τα πάνω κάτω. Για να χρησιμοποιήσουμε την παλιά τριτοδιεθνιστική ορολογία «τα καθήκοντα άλλαξαν».
Από την άλλη μεριά έχουμε ένα εποικοδόμημα – πολιτικό σύστημα που θέλει να ζει στον παλιό καλό καιρό. Σχεδόν ουδεμία αντίληψη ότι τα καθήκοντα άλλαξαν. Έτσι είδαμε ότι ενώ γινόταν χαμός, η Ν.Δ. προσπαθούσε απλώς να αποστασιοποιηθεί από «αυτό το κακό που τη βρήκε», ελισσόμενη απλώς να αποφύγει το τρακάρισμα. Ο Σαμαράς τις τελευταίες τρεις ημέρες άλλαξε δέκα θέσεις. Από την άλλη μεριά ο Γ. Παπανδρέου αυτοεκγλωβισμένος στις αδιέξοδες πολιτικές του και στα αντικρουόμενα συμφέροντα της ηγετικής παρέας – ομάδας της κυβέρνησης, αλλού πατούσε και αλλού βρισκότανε. Στο τέλος έφτασε στο ανώτατο στάδιο της ανοησίας: Πρότεινε για πρωθυπουργό τον Φίλιππο Πετσάλνικο. Εδώ οφείλουμε δυστυχώς να μολογήσουμε ότι δεν αποδείχτηκε απλώς η γνωστή πολιτικής ανεπάρκεια του Γ. Παπανδρέου, αλλά και η κραυγαλέα ανεπάρκεια όλων των επίδοξων δελφίνων. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί σε μαύρες σκέψεις για το μέλλον του πυλώνα, μέχρι τώρα, της προοδευτικής παράταξης που ήταν το ΠΑΣΟΚ.
Είναι γνωστό ότι όλοι οι Οργανισμοί (κράτος, επιχειρήσεις, κόμματα κ.λ.π.) όταν υπερβούν ένα κρίσιμο μέγεθος δημιουργούν τη δική τους γραφειοκρατία, η οποία αναπτύσσει τα δικά της συμφέροντα, τα οποία υποστηρίζει σθεναρά σε κάθε περίπτωση. Γι’ αυτό οι επικλήσεις (ειλικρινείς ή όχι, αδιάφορο) των τελευταίων ημερών ότι πρέπει τα κόμματα να θυσιάσουν τα επί μέρους συμφέροντά τους για το «γενικό εθνικό καλό» είναι γκλυκανάλατες κουβέντες. Μόνο οι αδήριτες ανάγκες που υπαγορεύει η σκληρή πραγματικότητα αναγκάζουν σε αλλαγές και προσαρμογές. Οι Οργανισμοί που το αντιλαμβάνονται γρήγορα προσαρμόζονται και σώζονται. Οι άλλοι απλώς εξαφανίζονται. Αυτό που φαίνεται να ενδιαφέρει την ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ είναι πώς να κρατήσει το «μαγαζί». Έτσι, τελικά, θα εξαφανιστεί. Τι να κάνουμε, όπως έλεγε και ο Μάρξ «η συνείδηση έρχεται πάντα τελευταία».