“Γιατί πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη πρέπει να είναι προϊόν σοβαρού σχεδιασμού, αφού η αγορά από μόνη της δεν μπορεί να δώσει το σωστό προσανατολισμό. Γιατί πιστεύουμε ότι προϋπόθεση μιας δίκαιης και δημοκρατικής κοινωνίας, είναι η δίκαιη ανακατανομή. Το προϊόν της ανάπτυξης, ο νέος πλούτος που εμείς διαμορφώνουμε και αναπτύσσουμε, η νέα γνώση, οι νέες ευκαιρίες, πρέπει να κατανέμονται με δίκαιο τρόπο. Γιατί η ρήση «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» είναι επίκαιρη σήμερα στον πλανήτη μας, όσο ποτέ άλλοτε”.

"ΔΙΑΒΑΤΗ ΔΡΟΜΟΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ,ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΝ ΦΤΙΑΧΝΕΙΣ ΠΡΟΧΩΡΩΝΤΑΣ..."

8 Απριλίου 2011

Οικονομικό αδιέξοδο, πολιτική υστέρηση


Του Γιάννη Νικολάου
Μέλους του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ
Ο οικονομικός σχεδιασμός της κυβέρνησης βρίσκεται σε αδιέξοδο, καθώς η ύφεση βαθαίνει, το χρέος μεγαλώνει και αναπτυξιακή προοπτική δεν διαφαίνεται.
Η πολιτική του μνημονίου οδηγεί την οικονομία στην καταστροφή. Όμως η κυβέρνηση συνεχίζει ακάθεκτη σε αυτή τη ρότα και σχεδιάζει το νέο μνημόνιο 2012-2015, αναζητώντας τεχνάσματα επικοινωνιακά για να το παρουσιάσει στους πολίτες.
Η πολιτική αυτή, ενώ μειώνει τα εισοδήματα, δεν επιτυγχάνει τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί με τους δανειστές, με αποτέλεσμα να υπάρχει συνεχώς ανάγκη για μέτρα που δεν έχουν τέλος, βυθίζοντας τη χώρα στον φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Σε αδιέξοδο βρίσκεται και η πολιτική διαχείριση καθώς η κυβέρνηση διαψεύδεται σε όλες τις προβλέψεις της και επιμένει να απευθύνεται στους πολίτες με μισόλογα και μηνύματα «αισιοδοξίας» που βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με την πραγματικότητα. Το επιτελείο αδυνατεί να διαχειριστεί την κατάσταση.
Διαλαλεί ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο, αλλά οι κυβερνητικές λειτουργίες παραπέμπουν περισσότερο σε άσκηση των προσκόπων. Λέει και ξελέει με απίστευτη ελαφρότητα και ότι διαψεύστηκε χθες εφαρμόζεται σήμερα. Οι αναγκαίες αλλαγές, που πρέπει να γίνουν ανεξάρτητα από τη συμφωνία με τους δανειστές, παραπέμπονται στις καλένδες.
Οι παρεπιδημούντες και στην κυβέρνηση εραστές του νεοφιλελευθερισμού κουνούν το δάχτυλο στην κοινωνία και αναδεικνύουν το δίλημμα : ή θα εφαρμοστεί η συνταγή των δανειστών ή θα επιστρέψουμε σε όσα μας οδήγησαν στη χρεοκοπία.
Η πολιτική που υλοποιείται, καθώς και όσα έπονται, παρουσιάζονται ως μονόδρομος, ως άλλο «there is no alternative”. Επιχειρούν να μας πείσουν ότι η καλύτερη εκδοχή για τη χώρα και τους πολίτες είναι η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, η ασυδοσία της αγοράς, η εγκατάλειψη του κοινωνικού κράτους, η άγρια φορολογία και ο συνεχής περιορισμός των εισοδημάτων των εργαζομένων.
Οι διαφωνούντες λοιδορούνται περίπου ως παλαιοημερολογίτες της πολιτικής, ως αντιδραστικοί, παρωχημένοι, συντεχνίες, κατεστημένα, ως συλλήβδην αναπολούντες το παρελθόν.
Κι όμως, δεν χρειάζεται να ισοπεδωθεί η κοινωνία για να αποτραπεί η χρεοκοπία. Ναι, να αλλάξουμε, να εγκαταλείψουμε τις κακές συνήθειες, τη σπατάλη, το υπέρβαρο κράτος, τη συντεχνιακή λογική, αλλά όχι και να αποδεχθούμε τη μακροχρόνια ύφεση και τη μαζική φτώχεια ως τη μοναδική μας επιλογή.
Στη σύνοδο της ΕΕ συμφωνήσαμε χωρίς αντιρρήσεις, ούτε καν επιφυλάξεις, στο σύμφωνο για το ευρώ, που αποτυπώνει την «αντεπανάσταση» του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού γκρεμίζοντας όλο το οικοδόμημα του κοινωνικού κράτους που έφτιαξε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Το Euro Plus οδηγεί στην ΕΕ των μεγαλύτερων αποκλίσεων και θα μας επιβάλλει μνημόνιο διαρκείας.
Είναι πλέον προφανές ότι η κυβέρνηση δεν διαθέτει πολιτική εξουσιοδότηση, ούτε κοινωνική συμφωνία, για την πολιτική που υλοποιεί, πολύ περισσότερο για να δεσμεύσει τη χώρα μέχρι το 2015 με νέο μνημόνιο.







Άρθρο του Κώστα Σημίτη,στην εφημερίδα "Καθημερινή της Κυριακής" με τίτλο "Απορίες"

Η Σύνοδος Κορυφής της 25ης Μαρτίου διαμόρφωσε το πλαίσιο που θα ισχύσει εφεξής στην Ένωση και στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Στην ελληνική κοινή γνώμη επικράτησε η άποψη ότι το αποτέλεσμα για τη χώρα μας παρουσιάζει τόσο μια θετική όσο και μια αρνητική πλευρά. Θετική είναι η επιμήκυνση της εξόφλησης του δανείου των 110 δις ευρώ και η μείωση του καταβαλλόμενου επιτοκίου κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Αρνητική πλευρά αποτελούν οι επιπτώσεις νέων περιοριστικών ρυθμίσεων με αντίκτυπο στις αμοιβές των εργαζομένων και τις δαπάνες του κράτους, όπως προκύπτουν από το Σύμφωνο για το Ευρώ.

Οι αποφάσεις της 11ης και της 25ης Μαρτίου δεν παρέχουν ούτε για την Ευρωζώνη ούτε για την Ελλάδα μια οριστική απάντηση στο πρόβλημα της κρίσης. Δεν αποτελούν την ολική λύση, στην οποία όλοι προσβλέπουμε. Το κεντρικό ερώτημα, πώς θα υπερβεί η Ένωση το χάσμα μεταξύ των αναπτυγμένων και των περιφερειακών χωρών παρέμεινε αναπάντητο. Έτσι έμειναν και όσον αφορά την Ελλάδα εκκρεμή θέματα, απορίες και ασαφείς προοπτικές. Χρειάζεται μια ευρύτερη ενημέρωση από την κυβέρνηση, ώστε να μην επικρατεί ούτε αδικαιολόγητη αισιοδοξία ούτε καταθλιπτική απαισιοδοξία.
Η Ελλάδα στο τέλος του 2011 αναμένεται να έχει δημόσιο χρέος ύψους 153% του ΑΕΠ ή 345 δις ευρώ περίπου. Καθοριστικό στοιχείο για τον περιορισμό του χρέους είναι τα περισσεύματα των προϋπολογισμών ή σε μια πιο τεχνική γλώσσα το πρωτογενές πλεόνασμα (δηλαδή το υπόλοιπο που προκύπτει εάν αφαιρέσουμε από τα έσοδα τα έξοδα, στα οποία δεν προσμετρούνται οι οφειλές τόκων). Εάν είναι ψηλό εξοφλούμε τους δανειστές μας. Εάν είναι ανύπαρκτο ή χαμηλό αυξάνεται το χρέος. Η κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκουν το πρωτογενές πλεόνασμα να είναι συνεχώς 6% του ΑΕΠ από το 2014 και μετά, ώστε να μειωθεί με γοργούς ρυθμούς το χρέος. Η Ελλάδα όμως έχει παρουσιάσει συνεχές πρωτογενές πλεόνασμα σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης μόνο για μια οκταετία από το 1994 μέχρι και το 2002. Τα υπόλοιπα χρόνια μετά το 1981 υπήρχαν ελλείμματα. Αλλά και στα χρόνια των πλεονασμάτων το υψηλότερο πλεόνασμα που επιτεύχθηκε έφτασε μόνο 4,3% του ΑΕΠ. Οι αριθμοί αυτοί απέχουν από τους σημερινούς στόχους μας. Δείχνουν τη μεγάλη δυσκολία της προσπάθειας που έχουμε να επιτελέσουμε. Είναι όμως και αμφίβολο αν η πρόβλεψη της κυβέρνησης είναι ακριβής. Το Ίδρυμα Bruegel, ένας οργανισμός ερευνών που συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να είναι, επί περίπου είκοσι χρόνια, 8,4% του ΑΕΠ, ώστε να μειώσει η Ελλάδα το χρέος της στο 60% του ΑΕΠ, το ανώτατο επιτρεπτό όριο χρέους που προβλέπει η ΟΝΕ. Ο στόχος 8,4% κατά το Ίδρυμα δεν είναι επιτεύξιμος. Τα τελευταία 50 χρόνια καμιά από τις αναπτυγμένες χώρες δεν μπόρεσε να φτάσει τέτοια επίδοση.

Κατόπιν τούτου προκύπτει το ερώτημα, μήπως μπορούμε να αρκεστούμε με μία πιο περιορισμένη μείωση του χρέους, ώστε να φτάσει σε είκοσι χρόνια από το 153% του ΑΕΠ στο 100%. Δυστυχώς αυτό δεν μπορεί να γίνει. Η απάντηση είναι σαφής. Είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε με το ανώτατο όριο του 60%. Το ορίζουν οι Συνθήκες. Αλλά και γιατί η Ελλάδα ανέλαβε στις 11 Μαρτίου την υποχρέωση να μειώνει κατά το 1/20 ετησίως το επιπλέον του 60% του ΑΕΠ χρέος της και να φτάσει έτσι το 2031 το 60%. Παράβαση της υποχρέωσης συνεπάγεται ποινές. Το προβλέπει έτσι σχετικός κανονισμός που βρίσκεται στη διαδικασία της υιοθέτησης.
http://www.costas-simitis.gr/content/173